Μια Κυρία στα άβατα της Αστυνομίας
Η σιδηρά κυρία που ακούει στο όνομα Σούλα Δημητρίου και κατάγεται από την Κύπρο, είναι από τις πρώτες γυναίκες που εντάχθηκαν στο σώμα της Κυπριακής Αστυνομίας το 1964 σε ηλικία 21 ετών. Έκτοτε υπηρέτησε σε αυτήν τα επόμενα 40 χρόνια, με υψηλό το αίσθημα του καθήκοντος. Στη διάρκεια της θητείας της κατέκτησε πολλές πρωτιές, σε ένα επάγγελμα δύσκολο, απαιτητικό και κατεξοχήν ανδροκρατούμενο. Πρόκειται για μια γυναίκα τολμηρή και πρωτοπόρος, που δηλώνει περήφανη, και όχι άδικα, για τα αστέρια που κοσμούν την στολή της.
Όταν τελείωσα το Ανώτερο Εμπορικό Λύκειο Λευκωσίας, ήθελα να βρω μια δουλειά με καλό μισθό. Είχα κάνει αιτήσεις σε οργανισμούς όπως η Υδατοπρομήθεια και οι Κυπριακές Αερογραμμές για να γίνω αεροσυνοδός. Τότε με πλησίασε η παιδική μου φίλη και μου είπε ότι χρειάζονται γυναίκες στην αστυνομία. Ήρθε με την αίτηση στο χέρι και την συμπλήρωσα. Ήταν την εποχή που η Τουρκοκυπριακή ανταρσία βρισκόταν σε εξέλιξη, οι Τουρκοκύπριοι μετακινούνταν από το ένα χωριό στο άλλο. Δουλεύαμε μαζί με άλλες 39 συναδέλφους,χωρίς ωράριο σε οδοφράγματα με κύριο καθήκον τις έρευνες γυναικών, ξημερωνόμασταν στην δουλειά.
Έτσι με την παρότρυνση της φίλης της η Σούλα Δημητρίου ξεκίνησε την σταδιοδρομία της στην αστυνομία της Κύπρου. Έδωσε εξετάσεις και καθώς ήταν καλά μορφωμένη προσλήφθηκε αμέσως. Αρχικά τοποθετήθηκε στον αστυνομικό σταθμό Αγίου Δομετίου, στο γραφείο παραπόνων.
”
Στο γραφείο παραπόνων θα έρθει για καταγγελία η τελευταία γειτόνισσα που μάλωσε με την άλλη γειτόνισσα, και ο φονιάς που θέλει να ομολογήσει ότι σκότωσε. Είναι η βάση του αστυνομικού αυτό το πόστο, όπου μαθαίνει να επικοινωνεί με τον πολίτη και να αντιδρά σωστά σε κάθε περίπτωση.
Πέντε χρόνια μετά η Σούλα Δημητρίου μετατέθηκε στο γραφείο Προσωπικού του Αρχηγείου Αστυνομίας και αργότερα στο αεροδρόμιο Λευκωσίας, ενώ το 1974 με την εισβολή ξεκίνησε να εργάζεται στο τμήμα ανιχνεύσεως εγκλημάτων.
Κάποια στιγμή μου τηλεφώνησε ο υπεύθυνος του τμήματος, “Αναφορά παρακαλώ”, μου είπε. Του απάντησα “γυναίκα αστυνομικός 2811 Θεογνωσία ή Σούλα Δημητρίου”. Μου είπε από σήμερα θα αναφέρεσαι λοχίας 2811. Έτσι μου ανακοίνωσε την πρώτη μου προαγωγή και την μετακίνηση μου στην Αστυνομική Διεύθυνση στο τμήμα ανιχνεύσεως εγκλημάτων. Ήμουν η πρώτη γυναίκα που εργάστηκε σε αυτό το τμήμα. Συμμετείχα σε ανακρίσεις σοβαρών υποθέσεων όπως φόνοι, βιασμοί, ληστείες. Ήταν ένα πανεπιστήμιο για μένα αυτό το πόστο.
Αναγνωρίζοντας τις ικανότητες της, ζήτησαν από τη λοχία πλέον Σούλα, να αναλάβει ένα πιλοτικό γραφείο για τη διερεύνηση των ακάλυπτων επιταγών. Με μεθοδικότητα και πολύ δουλειά το τμήμα τα πήγε περίφημα και κατάφερε να γίνει ο σπόρος για το μετέπειτα γραφείο δίωξης οικονομικού εγκλήματος της Κύπρου. Τότε μια εμπιστευτική επιστολή από το αρχηγείο της αστυνομίας της ανακοίνωσε την μετάθεση της στη δίωξη ναρκωτικών. Ένα πόστο που δεν θα περίμενε κανείς να εργαστεί γυναίκα, ειδικά στην Κύπρο εκείνο το χρονικό διάστημα. Μια ακόμη πρωτιά ανήκε δικαιωματικά στη Σούλα.
Ο υπεύθυνος μου φυσικά αντέδρασε. Είχα εξειδικευτεί στις ακάλυπτες επιταγές. Εγώ όμως ήθελα να φύγω, να πάω να γνωρίσω κι άλλα πράγματα. Την πρώτη μέρα της άφιξης μου στο γραφείο, με κάλεσαν οι 3 λοχίες να με καλωσορίσουν. Πήγα, παραγγείλαμε καφέ και με ρώτησαν “Γιατί ήρθες στην υπηρεσία μας Σούλα;” Τους είπα δεν ήρθα, με φέρανε, με ζήτησε ονομαστικά ο αρχηγός της Αστυνομίας. Περίμενα πως οι συνάδελφοι μου θα με βοηθούσαν. Πείσμωσα. Όταν με κάλεσε ο διοικητής και με ρώτησε σε ποιο τμήμα ήθελα να μπω είπα από πείσμα στις επιχειρήσεις. Θα μπορούσα να είμαι στην διαφώτιση, να φοράω το ταγεράκι μου και να κάνω ενημερωτικές ομιλίες στα σχολεία. Όταν όμως καθίσαμε όλοι κάτω να οργανώσουμε επιχείρηση στην Αγία Νάπα, το δικό μου χέρι ήταν που σηκώθηκε πρώτο, για να ηγηθώ της επιχείρησης. Δεν άφησα καμία ευκαιρία σε άντρα λοχία να πει εγώ. Έκανα την επιχείρηση. Πέτυχε. Έφερα πίσω ύποπτο, έφερα τεκμήρια κι αυτό ήταν η αρχή. Δεν ήξερα καν πως γίνονται οι επιχειρήσεις. Ρωτούσα απλούς αστυνομικούς, πήγαινα την προηγούμενη μέρα της επιχείρησης για αναγνώριση, δούλευα μόνη μου. Την ίδια χρόνια πήρα τα αστεράκια μου, έγινα υπαστυνόμος και βοηθός υπεύθυνος επιχειρήσεων. Είχα κάνει εν τω μεταξύ οικογένεια, είχα δύο παιδιά και έναν άντρα που δεν ήξεραν τι ώρα έφευγα, τι ώρα γυρνούσα και που ήμουν. Παρά τις δυσκολίες ήταν από τις καλύτερες περιόδους στην υπηρεσία μου. ’
Έχουμε φτάσει στο 1996 και παρά τις όποιες αμφισβητήσεις ως προς το φύλο της η Σούλα έχει αποδείξει τις ικανότητες της, κερδίζοντας τον σεβασμό των ανωτέρων της. Την επιλέγουν λοιπόν, όχι τυχαία για να αναλάβει το γραφείο της Interpol στην Κύπρο και γίνεται η πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει ένα τόσο νευραλγικό πόστο. Η επιτυχία της είναι πρωτοφανής. Με έντονο το στοιχείο της οργάνωσης αλλά και με σημαντικές πρωτοβουλίες της ίδιας, το γραφείο της Interpol στην Κύπρο, δεν υστερεί σε τίποτα από τα αντίστοιχα γραφεία μεγάλων χωρών.
Δεν είχα ιδέα τι είναι η Interpol. Από την πρώτη μέρα μελέτησα το καταστατικό για την λειτουργία του και έκανα πράγματα που δεν υπήρχαν μέχρι τότε. Άλλαξα το ωράριο, από τις 20.30 που έκλεινε το γραφείο το λειτούργησα πλέον σε 24ωρη βάση. Πήγα στην αστυνομική ακαδημία και διάλεξα προσωπικό από τον ανθό που θα αποφοιτούσε. Έπρεπε όλοι να γνωρίζουν αγγλικά. Όταν στέλνεις μήνυμα στη γενική γραμματεία της Interpol δεν μπορεί να έχει λάθος. Ήμασταν ο καθρέπτης της Κύπρου.
Και ενώ ήταν στην Interpol ήρθε ένα μήνυμα από την κυπριακή μόνιμη αντιπροσωπεία στα Ηνωμένα Έθνη για μια σοβαρή υπόθεση που έπρεπε να διερευνήσουν ανακριτές του Ο.Η.Ε στην Κύπρο. Η Σούλα ήταν πάλι εκεί να ηγηθεί της κατάστασης. Ανέλαβε την υπόθεση και σε μεγάλο βαθμό την έλυσε. Η επιτυχία της αυτή είχε σαν αποτέλεσμα μία πρόταση για δουλειά στα Ηνωμένα Έθνη, ως ανακρίτρια.
Έφτασα στην Νέα Υόρκη Σάββατο βράδυ. Ξύπνησα την Κυριακή το πρωί πήγα αγόρασα μια εφημερίδα, για να βρω σπίτι, ένα σεσουάρ να κάνω τα μαλλιά μου κι έναν χάρτη για να βρω το κτίριο των Ηνωμένων Εθνών. Ήταν μια τρομερή εμπειρία. Ταξίδεψα, έκανα ανακρίσεις, γέμισα εμπειρίες. Δούλεψα εκεί για 6 μήνες, και παρότι μου πρότειναν συμβόλαιο για αλλά δυο χρόνια με πολύ καλά λεφτά αρνήθηκα.
Επέστρεψε στην Κύπρο , πήρε την προαγωγή της και ήταν πλέον ανώτερη υπαστυνόμος με 3 αστέρια. Τότε προέκυψε θέμα εκπροσώπησης της Κύπρου στην Europol. Λόγω της εμπειρίας της κρίθηκε και πάλι η καταλληλότερη, για τη στελέχωση του γραφείου στη Χάγη.
Μα εγώ μόλις γύρισα από την Αμερική τους είπα. Δεν έχουμε άλλον εσύ θα πας, μου απάντησαν. Πήγα λοιπόν και μου δώσανε μια θέση στην πρεσβεία μας. Τι θα έκανα εκεί κανείς δεν ήξερε, αφού η Κύπρος βρισκόταν ακόμη σε προενταξιακή περίοδος. Πήγα σε ένα άδειο γραφείο με την τσάντα μου. Πήγα αγόρασα φακέλους, τους έβαλα αριθμούς και ξεκίνησα να έχω αρχείο. Διαπιστεύτηκα διπλωμάτης και εκπροσωπούσα την Κύπρο. Από εκεί και πέρα λάμβανα μέρος σε συναντήσεις των αστυνομικών συνδέσμων και της Εuropol.
Η Σούλα Δημητρίου έμεινε σε αυτό το πόστο για 2 χρόνια, και αφυπηρέτησε 6 μήνες αργότερα το Μάρτιο του 2004, μετά από 40 χρόνια υπηρεσίας, σε κομβικά, σημαντικά και επικίνδυνα πόστα.
Έφυγα πλήρης από την αστυνομία. Έχω πιει καφέ σε πορνείο με ιερόδουλη και σαμπάνια στο προεδρικό μέγαρο με την εκάστοτε πρώτη κυρία. Μπορεί να πρόσφερα παραπάνω από όσα πήρα κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας μου, αλλά ήμουν σε όλα η πρώτη. Κάθε φορά υπήρχε η αμφισβήτηση από το αρσενικό στοιχείο και πάντα η ίδια απορία “Θα τα καταφέρει;”. Αυτό με πείσμωνε, γιατί να μην τα καταφέρω? Και οι γυναίκες μπορούν. Η προκατάληψη στην αστυνομία δεν υπήρχε μόνο στην Κύπρο, το διαπίστωσα και στη Europol, καθώς είχα την ευκαιρία να συνομιλήσω και με άλλες γυναίκες αστυνομικούς. Χρειάστηκε να πολεμήσουμε για να τους δείξουμε ότι μπορούμε και εμείς να κάνουμε ότι κάνουν και αυτοί. Πρέπει οι γυναίκες να σταθούμε στα πόδια μας, να πιστέψουμε ότι μπορούμε να το κάνουμε. Και αυτό είναι και το μήνυμα που θέλω να περάσω μέσα από την ιστορία μου, να συνεχίσουν οι γυναίκες στο δρόμο που ανοίξαμε εμείς, να εργάζονται δίπλα στους άντρες χωρίς ενδοιασμούς, χωρίς να ζητούν ειδική μεταχείριση.
Δεν αρκεί η θέληση, χρειάζεται και τόλμη. Τίποτα δεν χαρίστηκε στην Σούλα, τίποτα δεν χαρίζεται σε κανέναν. Η επιτυχία κρύβει από πίσω θυσίες, επιμονή, προσήλωση. Χρειάζεται και πίστη σε σένα τον ίδιο. Και αν σε ρωτήσουν θα τα καταφέρεις, να μην διστάσεις στιγμή, να πεις ναι θα τα καταφέρω.
«Όταν θα σταθώ ενώπιον του Θεού στο τέλος της ζωής μου, ελπίζω να μην μου έχει απομείνει κανένα ταλέντο και να μπορέσω να πω ότι χρησιμοποίησα όλα όσα μου έδωσε».
Έρμα Μπόμπεκ – Αμερικανίδα